21/4/24

 Οι εικόνες του τεύχους προέρχονται από την έκθεση του Πάνου Χαραλάμπους με τίτλο «AMVRAKIA.MIA» που πραγματοποιείται στην Citronne Gallery [Πατριάρχου Ιωακείμ 19 (4ος όροφος), Κολωνάκι, Αθήνα]. Επιμέλεια: Τατιάνα Σπινάρη – Πολλάλη. Φωτογραφίες: Αλεξάνδρα Μασμανίδη. Μέχρι 11/5.

Πάνος Χαραλάμπους, La Gazza Ladra, 2021, γλυπτική οπτικοακουστική εγκατάσταση

Μετά τον υβριδισμό

Η ρευστότητα ως διακινδύνευση
 
Του Κώστα Βούλγαρη
 
Πάνος Χαραλάμπους, AMVRAKIA.MIA, επιμέλεια Τατιάνα Σπινάρη-Πολλάλη, Citronne Gallery, Π. Ιωακείμ 19, και οικία Σπητέρη, κτήριο Α. Προβελέγγιου, Κυκλάδων 8∙ μέχρι 11 Μαΐου
 
Μια αγροτική, υπαίθρια εγκατάσταση στο Κολωνάκι, και μάλιστα όχι σε μια γκαλερί «ανοικτή», που βλέπει στον δρόμο, ή ακόμα και σε κήπο, αλλά βρίσκεται σε ένα διαμέρισμα του 4ου ορόφου, αποτελεί έτσι κι αλλιώς μια πρόκληση.
Κυριαρχούν οι παλαιωμένοι σωλήνες άρδευσης, «ταχείας συνδέσεως», που συνέχουν όλη την εγκατάσταση, και η εικόνα τους, που την έχουμε από αγροτικές περιοχές, συνώνυμη της καλλιέργειας, έρχεται και εγκαθίσταται στην πιο αστική συνθήκη της πόλης. Όχι όμως για να παραχθεί μια βλασφημία, δηλαδή ένας τόπος-τοπίο (όπως το είπε καίρια ο Τάκης Σινόπουλος) αλλά για να συνδέσουν τους δύο χώρους της Citronne Gallery όπου πραγματοποιούνται οι επιμέρους δράσεις, και να τις καθορίσουν.
Στον έναν χώρο έχουμε τους τρισδιάστατους πίνακες-τελάρα που φτιάχνονται με φύλλα καπνού, αγαπημένο υλικό του Χαραλάμπους και καρπός της γης της Αμβρακίας, ένα βίντεο του ημίγυμνου καλλιτέχνη όπου τον κορφολογεί και τον «ψειρίζει», στο πρόσωπο και στα χέρια, μια καρακάξα, πουλί σαρκοβόρο, αλλά και την εκβολή των σωλήνων σε δύο μεταλλικά κιβώτια με τα οποία μεταφέρονταν το νερό με τα γαϊδούρια, κιβώτια που πατούν πάνω στα επίσης αγαπημένα στον καλλιτέχνη, αντεστραμμένα γυάλινα ποτήρια.
Στον δεύτερο χώρο της γκαλερί, η λίμνη Αμβρακία, μεταλλικής κατασκευής κι αυτή, στην άλλη άκρη των σωλήνων, απλώνεται πάνω στα ποτήρια, με το άλλο βίντεο να μας δείχνει τον χορό του καλλιτέχνη, με γυμνά πόδια πάνω σε ίδια ποτήρια, υπό τον ήχο και τους ρυθμούς του Τάκη Καρναβά, με μια στοίβα από αφίσες του να φυτρώνει και αυτή από το δάπεδο-γη, ενώ μέσα σε δύο αλουμινένιες λεκάνες με νερό επιπλέουν δύο άλλες, πανομοιότυπες, που φέρουν αντίστοιχα στα σπλάχνα τους ένα φορητό κασετόφωνο κι ένα πικάπ, ενώ και το «παράρτημα» της έκθεσης, στην οδό Κυκλάδων 8, διευρύνει και επιτείνει τα παραπάνω, με μια ξύλινη βάρκα-άρπα και ένα βίντεο με τη μουσική που βγαίνει από τις χορδές της, όταν τρίβονται με το γυάλινο ποτήρι...
 Το νερό, ο χορός, η επισφαλής ισορροπία των αντικειμένων και του καλλιτέχνη πάνω στα ποτήρια, τα ταυτισμένα με την καύση και την εξαέρωση φύλλα καπνού, ο ήχος και η εικόνα του «άγραφου» λαϊκού καλλιτέχνη της περιοχής, η λίμνη Αμβρακία, που κι αυτή ποτέ δεν καλύπτει την ίδια ακριβώς περιοχή, δεν έχει το ίδιο ακριβώς σχήμα, ανάλογα με την εποχή και τη χρονιά, ανάλογα πια με την πορεία της κλιματικής αλλαγής, η πάντα απροσδιόριστη στην κατάληξή της σχέση του ανθρώπου με ένα σαρκοβόρο πτηνό, οι δύο επιπλέουσες αλουμινένιες λεκάνες που δεν θέλουν και πολύ να βυθιστούν, συμπαρασύροντας τα μέσα αναπαραγωγής της μουσικής, οι αφίσες που έτσι κι αλλιώς είναι μιας χρήσης για τα πανηγύρια, το παλλόμενο νερό μέσα στα μεταλλικά δοχεία μεταφοράς του, στην πλάτη των ζώων που κινούνται, φτιάχνουν την όλη δραματική συνθήκη της ρευστότητας και της προσωρινότητας, της ματαιότητας κάθε μνημείωσης, ακόμα κι αν αναφέρεται σε έναν τόπο, ορισμένο απολύτως γεωγραφικά και ιστορικά.

Εκατό μέρες στην ΕΣΑ...

Πάνος Χαραλάμπους, La Gazza Ladra, 2021, γλυπτική οπτικοακουστική εγκατάσταση

Του Σπύρου Κακουριώτη

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΕΡΕΜΕΤΗΣ, Βασανιστήρια στην ΕΣΑ. Ένα σενάριο (χωρίς πλατεΐτσα στην Κοκκινιά), Εκδόσεις Πόλις, σελ. 224
 
Πώς γίνεται κανείς ήρωας; Μέσα από ποιους μηχανισμούς, ψυχικούς πρώτα απ’ όλα, μπορεί, άπαξ και βρεθεί πιασμένος στα γρανάζια της κρεατομηχανής, να αντιμετωπίσει τους διώκτες του με την πονηριά εκείνου που ξέρει να υποχωρεί μόνο και μόνο για να χτυπήσει δυνατότερα όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν; Πώς αντέχει μέχρι τότε; Πώς μαθαίνει να αντέχει;
Με άφατο πόνο. Σωματικό, αλλά και ψυχικό, στα όρια της κατάρρευσης. Αυτή ήταν η «μαθητεία» του Δημήτρη Σερεμέτη στα κρατητήρια της ΕΣΑ, όπου έμεινε έγκλειστος για περισσότερες από 100 μέρες, από τον Μάιο έως και τον Αύγουστο του 1973. Μέλος της Αντι-ΕΦΕΕ, συνδικαλιστής και ένας από τους φοιτητές που στρατεύθηκαν, λόγω διακοπής της αναβολής τους από τη δικτατορία, τον Φεβρουάριο του 1973, τραυματίστηκε στη δεύτερη κατάληψη της Νομικής για να συλληφθεί από την Ασφάλεια δυο μήνες αργότερα. Έχοντας από την οργάνωση το καθήκον να μιλάει δημόσια σε συγκεντρώσεις και συνελεύσεις των φοιτητών, ήταν σταμπαρισμένος από τους χαφιέδες και τον αστυνομικό μηχανισμό της χούντας. Μετά από μια τέτοια ομιλία στα σκαλάκια της Νομικής κυνηγήθηκε από την αστυνομία και συνελήφθη.
Από εκείνη τη «Μεγάλη Τετάρτη», όπως την ονομάζει, ξεκινά ο Γολγοθάς του, το τετράμηνο των Παθών: Από την Ασφάλεια επί της Μεσογείων παραδίδεται στο ΕΑΤ/ΕΣΑ, όπου βασανίζεται άγρια για ένα σχεδόν μήνα. Μεταφέρεται στο στρατόπεδο της ΕΣΑ στη Νέα Χαλκηδόνα κι από εκεί στο ΚΕΣΑ στου Παπάγου, απ’ όπου θα απολυθεί με την αμνηστία του Παπαδόπουλου μετά το «δημοψήφισμα» του 1973.
Η βία των βασανιστών, και συνακόλουθα ο σωματικός πόνος, είναι το στοιχείο που κυριαρχεί στην αφήηση. Το σώμα, παραμορφωμένο από τα βασανιστήρια, γίνεται ξένο, ο αφηγητής το παρακολουθεί σαν τρίτος: «Δεν τις θυμάμαι αυτές τις τρίχες», μονολογεί παρατηρώντας ένα σημείο στους αγκώνες του.
Δεν είναι οι φρικιαστικές πρακτικές ή οι ιατροδικαστικού χαρακτήρα λεπτομέρειες που προσφέρουν στην αφήγηση τη δύναμη που τη χαρακτηρίζει. Αντίθετα, είναι η ένταση της ψυχολογικής βίας που κυριαρχεί, όταν το ξύλο περνά σε δεύτερο πλάνο: οι βασανιστικές προσπάθειες του νεαρού κρατούμενου να μαντέψει τι γνωρίζουν γι’ αυτόν και τους συναγωνιστές του οι βασανιστές του· να οικοδομήσει ένα προστατευτικό για τον ίδιο και τους συντρόφους του παραπλανητικό αφήγημα, που να ισορροπεί ανάμεσα σε στοιχεία αλήθειας και φανταστικές επινοήσεις· να υπομείνει την «ανθρώπινη» συνδιαλλαγή με τους ανθρωποφύλακες προστατεύοντας την αξιοπρέπειά του, αλλά και να μην καταρρεύσει μπροστά στα ελάχιστα δείγματα ανθρωπιάς που περνάνε, σχεδόν απαρατήρητα, μέσα από τις ρωγμές του τείχους της αποανθρωποποίησης: «όλο μου το κουράγιο πήγαζε μόνο από την αγριότητα, σαν ελάχιστη αντίδραση ... μια ανθρώπινη κουβέντα στάθηκε αρκετή για να το σκορπίσει».

Χούντα: Ο μηχανισμός της βίας

Πάνος Χαραλάμπους, Φωνή και Πορτραίτο Τάκη Καρναβά, 2021, γλυπτική  εγκατάσταση με ήχο

Του Ιάσονα Χανδρινού

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΕΡΙΩΝΗΣ, Θάνατοι στη Χούντα. Δολοφονίες, αντιδικτατορική δράση, ύποπτοι θάνατοι κατά την περίοδο 1967-1974, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα 2024, σελ. 810.
 
Το βιβλίο του Δημήτρη Βεριώνη έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά ερευνών που ασχολούνται επισταμένα με την περίοδο της Χούντας, ιδιαίτερα σε μια σειρά βιβλίων που κυκλοφόρησαν το τελευταίο εξάμηνο και τα οποία συμβάλλουν τα μέγιστα στις γνώσεις μας γύρω από επιμέρους, αλλά κεφαλαιώδη θέματα, κυρίως την εξέγερση του Πολυτεχνείου και το ζήτημα των νεκρών και των τραυματιών (Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, Το Πολυτεχνείο έξω από το Πολυτεχνείο, Θεμέλιο· Ιερώνυμος Λύκαρης, Πολυτεχνείο 1973. Το αίμα το αδικαίωτο ποτέ δεν ησυχάζει, Καστανιώτης). Αυτή η εκδοτική παραγωγή σε πυκνό χρόνο είναι αναπόσπαστο τμήμα μιας έκρηξης ενδιαφέροντος γύρω από την περίοδο 1967-1974 που καταγράφηκε με αφορμή τη στρογγυλή επέτειο των 50 ετών από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, δηλώνοντας μια άρρηκτη σχέση ανάμεσα στην ιστορική έρευνα και τη δημόσια μνήμη.
Πρόκειται για το εντυπωσιακό αποτέλεσμα μιας εξίσου εντυπωσιακής έρευνας, που διήρκεσε πάνω από δέκα χρόνια και αναμετρήθηκε με πλήθος δυσκολιών, οι οποίες δεν εξαντλούνται στο πεδίο της τεκμηρίωσης. Το εξαιρετικά πλούσιο, 800 σελίδων, βιβλίο είναι δομημένο σαν βιογραφικό λεξικό θυμάτων: περιλαμβάνει 247 περιπτώσεις θανάτων που σημειώθηκαν την περίοδο της δικτατορίας και οι οποίες χρεώνονται στους μηχανισμούς καταστολής του καθεστώτος. Οι περιπτώσεις ομαδοποιούνται με βάση κάποιες θεματικές: Εξέγερση Πολυτεχνείου, νεκροί των πρώτων ημερών μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, νεκροί αντιδικτατορικών οργανώσεων, στρατιωτικοί αντιφρονούντες κ.ά. Οι βιογραφίες των προσώπων είναι εκτενέστατες, βασισμένες ως επί το πλείστον σε πρωτογενείς πηγές, αδημοσίευτο υλικό και συνεντεύξεις με συγγενείς. Η προσέγγιση είναι σταθερά προσωποκεντρική. Μέσα από τις αφηγήσεις οικείων προσώπων διαγράφονται ανάγλυφα οι νεκροί της δικτατορίας και αποκτούν πρόσωπο. Αντί για μια «στεγνή» περιπτωσιολογική καταγραφή, μαθαίνουμε σε βάθος ποιοι ήταν, ποια ήταν η κοινωνική τους προέλευση, τα παιδικά τους χρόνια, η ιδεολογική τους τοποθέτηση, τα όνειρά τους. Πέρα από την τεκμηρίωση, πρόθεση του βιβλίου είναι να αποκαταστήσει τα θύματα με όρους ηθικής δικαίωσης. Εξάλλου, κομβικό σημείο στην έρευνα του Βεριώνη υπήρξε το αρχείο της δικηγόρου Φιλάνθης Ψυρρή, η οποία στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης έκανε αγώνες για τη διερεύνηση πολλών περιπτώσεων ύποπτων θανάτων και εκπροσώπησε συγγενείς, σε μια προσπάθεια να φτάσουν οι μηνύσεις κατ’ αγνώστων στο δικαστήριο, κάτι που δεν έγινε ποτέ.

Ρούζενα Ντοστάλοβα (1924-2014)

Εκατό χρόνια συμπληρώνονται από τη γέννηση της Τσέχας βυζαντινολόγου και νεοελληνίστριας Ρούζενα Ντοστάλοβα. Με την ευκαιρία αυτή, το Ίδρυμα Σλαβικών Σπουδών, σε συνεργασία με το Πρόγραμμα Νεοελληνικής Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Καρόλου, διοργανώνουν την Πέμπτη 25 Απριλίου εκδήλωση - έκθεση στη μνήμη της Ρούζενα Ντοστάλοβα (Růžena Dostálova), η οποία για δεκαετίες υπήρξε στυλοβάτης των ελληνικών γραμμάτων στην Τσεχία, μέχρι τον θάνατό της στις 18 Αυγούστου 2014.
Η Ρούζενα Ντόσταλοβα γεννήθηκε στις 22 Απριλίου1924 στη Μπρατισλάβα της Σλοβακίας. Από το 1935 ζούσε στην Πράγα. Το 1943 αποφοίτησε από το Κλασικό Ακαδημαϊκό Γυμνάσιο της Πράγας. Μετά τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου σπούδασε κλασική φιλολογία, ενώ από το 1948 άρχισε να εργάζεται στην Τσεχοσλοβάκικη Ακαδημία Επιστημών ενώ παράλληλα άρχισε να σπουδάζει νεοελληνική φιλολογία υπό την επίβλεψη του υφηγητή Δημήτρη Παπά, πολιτικού πρόσφυγα με καταγωγή από τον Βόλο. Ειδικεύτηκε στις βυζαντινές και νεοελληνικές σπουδές.
Συνέγραψε δεκάδες βιβλία και επιστημονικά άρθρα, ενώ μετέφρασε στην τσεχική γλώσσα τα σημαντικότερα έργα της βυζαντινής και νεοελληνικής γραμματείας. Η Ρ. Ντόσταλοβα είναι συγγραφέας του βιβλίου Byzantská vzdělanost («Βυζαντινή παιδεία»). Συμμετείχε στη συγγραφική ομάδα που συνέγραψε τη ογκώδη μελέτη Dějiny Byzance («Ιστορία του Βυζαντίου»), Dějiny Řecka («Ιστορία της Ελλάδας»), όπως και το βιβλίο Slovník řeckých spisovatelů («Λεξικό Ελλήνων συγγραφέων»), το οποίο έκανε γνωστό στην Τσεχία τους σημαντικότερους Έλληνες λογοτέχνες και ποιητές. Σε συνεργασία με τον μουσικολόγο Άλες Μπρέζινα εξέδωσε μια αποκαλυπτική μελέτη για τη συνεργασία του Τσέχου συνθέτη Μπόχουσλαβ Μάρτινου με τον Νίκο Καζαντζάκη, ειδικότερα σε ό,τι αφορά το ανέβασμα της όπερας Τα ελληνικά πάθη.

Κριτικοί διάλογοι

Πάνος Χαραλάμπους, An Eagle was Standing, 2019, γλυπτική οπτικοακουστική εγκατάσταση

Της Κωστούλας Μάκη*
 
ENZO TRAVERSO, Επανάσταση: Διανοητική και πολιτισμική ιστορία, μετάφραση: Νίκος Κούρκουλος, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, σελ. 501
 
Στην εποχή πολιτικοκοινωνικών αναταράξεων, το κυρίαρχο σαρωτικό παρόν του νεοφιλελευθερισμού παγιώνεται με ψευδείς διακηρύξεις για ισότητα και δικαιοσύνη, θεολογική πίστη στις εξελικτικές διαδικασίες προόδου και εκσυγχρονισμού, ρεπερτόρια ατομικής ευθύνης και ισχυροποίηση των μεγάλων αφηγήσεων για το τέλος της αριστεράς και των επαναστατικών κινημάτων.
Απέναντι σε αυτές τις διαδικασίες και συνεπής με τη μέχρι τώρα διαδρομή του, ο ιστορικός Enzo Traverso προσανατολίζεται προς την κριτική διερεύνηση μνήμης, ιστορίας, αριστεράς και επανάστασης, αποποιούμενος κάθε τύπου δογματική ειδημοσύνη. Στο νέο του βιβλίο, η κριτική ιστοριογραφία και η κριτική θεωρία, στο ευρύτερο αριστερό πεδίο σκέψης, διαπλέκονται μέσα από μια συνθετική επισκόπηση των επαναστατικών κινημάτων. Αναγνωρίζοντας τους υποκειμενισμούς τού εγχειρήματος, ο συγγραφέας καταθέτει χωρίς γραμμική αφήγηση τα συμβάντα, τις ιστορίες των υποκειμένων, τις διαφορετικές δυναμικές, τις προσδοκίες και τις ματαιώσεις, χωρίς εξιδανικευμένη ρομαντική διάθεση ή τελεολογικές αποδόσεις. Η επανάσταση λοιπόν εκτυλίσσεται στο βιβλίο ως διανοητική και πολιτισμική ιστορία, με παρούσα τη διαρκή πολιτική τοποθέτηση του Traverso στην αριστερή θεωρία και πράξη. Αναγνωρίζοντας και συνδέοντας ευρύτερα την έννοια της αριστερής μελαγχολίας, στις συνομιλίες παρόντος, παρελθόντος και μέλλοντος, οι αγώνες για αλλαγή του κόσμου, με όλα τα πισωγυρίσματά τους, παραμένουν ενεργά διακυβεύματα. Σε κάθε άλλη περίπτωση «ούτε οι νεκροί δεν θα είναι ασφαλείς, αν ο εχθρός νικήσει. Και αυτός ο εχθρός δεν έχει πάψει να νικά…»[1]. Αυτή η διαπίστωση του Benjamin, καθώς και οι επιδράσεις του τελευταίου στον Traverso συγκροτούν τα έξι κεφάλαια του βιβλίου, στο οποίο οι μνήμες των επαναστατικών διαδρομών εξετάζονται ως ιστορικές διλημματικές διαδρομές, ανοιχτές ως προς τις πιθανότητες στο παρόν και το μέλλον. Ο συγγραφέας παραθέτει τις πολλές φωνές και τροπές της επανάστασης, γράφοντας τον χρόνο, καθώς «η γραφή και η ανάγνωση της ιστορίας είναι άλλοι τρόποι για να μην απαρνούμαστε την ιστορία»[2] και τις διαρκείς ανατροφοδοτήσεις των αριστερών αγώνων, με όλες τις διαφοροποιήσεις και την πολυπλοκότητά τους.
Ωστόσο, ο Traverso σε καμία στιγμή δεν γίνεται ρομαντικός, υποστηρίζοντας σε οποιοδήποτε επίπεδο μια πολιτική οπτική «η οποία βασίζεται ξανά και ξανά, σε κάποιο πήλινο στρατό που περιμένει να βγει από τον τάφο του αυτοκράτορα»[3]. Ο συγγραφέας αντιτίθεται σε κάθε εθνικολαϊκιστική προσέγγιση της ιστορίας, που ορίζει έναν αδιάσπαστο γραμμικό ιστό ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν. Όπως σημειώνει επανειλημμένα ο Traverso, οι αοριστολογικές επικλήσεις στο τρίπτυχο της ισότητας, της αδελφοσύνης και της αλληλεγγύης δεν έχουν μόνο μια θετικιστική διάθεση εξύμνησης του δυτικού πολιτισμού αλλά συγκαλύπτουν πολιτικές αφανισμού και εξόντωσης, προκειμένου να εξυπηρετηθούν όσοι βλέπουν τον εαυτό τους ως νικητές της ιστορίας.